.

Η κρίση στην Ευρωπαϊκή Ένωση βλάπτει σοβαρά την πράσινη ενέργεια

Η νέα οικονομική πραγματικότητα στην Ευρώπη της ύφεσης έδωσε το πρώτο σοβαρό πλήγμα στην πράσινη ενεργειακή πολιτική των Βρυξελλών. Στις 16 Απριλίου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με 334 ψήφους κατά και 315 ψήφους υπέρ απέρριψε την πρόταση της Κομισιόν για την απόσυρση 900 εκατ. δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα, που είχε στόχο να ανεβάσει τεχνητά τις τιμές στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων, ναυαρχίδα άλλοτε της περιβαλλοντικής πολιτικής της Ε.Ε., που εδώ και καιρό παραπαίει και σήμερα είναι έτοιμο να καταρρεύσει. Το ερώτημα είναι αν μαζί του θα καταρρεύσει και όλο το «πράσινο οικοδόμημα» της Ευρώπης.

Πτώση τιμών
Οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων από 20 ευρώ/τόνο CO 2 το 2011 (και 25 ευρώ/τόνο το 2008, προ κρίσης) έπεσαν στις αρχές του χρόνου κάτω από τα 6 ευρώ και την περασμένη Τρίτη, μόλις η πρόταση καταψηφίστηκε, κατρακύλησαν στο χαμηλό ρεκόρ των 2,75 ευρώ/ τόνο... Αιτία της κρίσης, δεν είναι άλλη από την υπερπροσφορά δικαιωμάτων σε μία υφεσιακή οικονομία, όπου η βιομηχανική παραγωγή και άλλες ρυπογόνες δραστηριότητες έχουν περικοπεί και συνεπώς το εκπεμπόμενο CO2 έχει μειωθεί.

Η κρίση στην Ε.Ε. βλάπτει σοβαρά την πράσινη ενέργεια
Οι Βρυξέλλες, συνειδητοποιώντας ότι υπάρχει πλεόνασμα δικαιωμάτων της τάξης των 1,5-2 δισ. τόνων, περίπου όσο το σύνολο των ευρωπαϊκών εκπομπών CO2 για ένα χρόνο, επιδίωξαν να αποσύρουν 900 εκατ. δικαιώματα -τα οποία θα επέστρεφαν στην αγορά το 2019 και το 2020- με στόχο να ανακόψουν την πτώση των τιμών στο Χρηματιστήριο.
Το βιομηχανικό λόμπι στην Ευρώπη αντιτάχθηκε σθεναρά στην απόσυρση και βρήκε αυτή τη φορά συμμάχους σε πολλούς ευρωβουλευτές και χώρες-μέλη, που κάθε άλλο παρά ήθελαν σε αυτή την περίοδο της κρίσης να δουν το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος να εκτοξεύεται, καθώς την επιβάρυνση των ηλεκτροπαραγωγικών εταιρειών από την αγορά δικαιωμάτων ρύπων, την πληρώνουν οι καταναλωτές, οικιακοί και επιχειρήσεις.
Η ΔΕΗ, για παράδειγμα, είχε προϋπολογίσει τις δαπάνες για αγορά δικαιωμάτων με 7 ευρώ/τόνο για φέτος και είχε διαμορφώσει και τις αντίστοιχες αυξήσεις στα τιμολόγια ρεύματος από 1/1/2013. Σήμερα τα δεδομένα αυτά αλλάζουν και αφήνουν περιθώρια για αναθεώρηση των περαιτέρω αυξήσεων στις τιμές του ρεύματος. Ερευνα του βρετανικού υπουργείου Ενέργειας εκτιμά το επιπλέον κόστος από την εφαρμογή της απόσυρσης ή του backloading, όπως αποκαλείται διεθνώς, σε 3 δισ. ευρώ για την Ελλάδα κατά την περίοδο 2013-2020, που θα το πλήρωναν οι καταναλωτές.
ΠΟΣΟ ΑΓΟΡΑΣΕ Η ΔΕΗ;
Ας σημειωθεί ότι η ΔΕΗ και οι άλλες ρυπογόνες βιομηχανίες είναι υποχρεωμένες να αγοράζουν περί τα 20 εκατ. δικαιώματα ρύπων ετησίως, τα οποία επιβαρύνουν το παραγωγικό κόστος, υποσκάπτοντας την ανταγωνιστικότητά τους.
Η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και οικονομίας ήταν αυτή που τελικώς «φρέναρε» το μέτρο. Η υπόθεση πάντως δεν έχει τελειώσει. Οι ευρωβουλευτές την περασμένη Τρίτη, εκτός από την απόρριψη, ψήφισαν επίσης να στείλουν την πρόταση πίσω στην περιβαλλοντική επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για περαιτέρω διαβούλευση. Άλλωστε και η Κομισιόν μπορεί με κάποιες τροποποιήσεις να ξαναφέρει την πρόταση στο τραπέζι. Ομως τα πράγματα έχουν αλλάξει...
ΔΙΧΑΣΜΕΝΗ Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Ακόμα και η Γερμανία, ο στυλοβάτης της πράσινης πολιτικής στην Ευρώπη, αυτή τη φορά φάνηκε διχασμένη για το μέτρο. Η στάση του Βερολίνου, αδιανόητη στο παρελθόν, σήμερα δεν εξέπληξε πολλούς. Οι ήδη μεγάλες αυξήσεις στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος σε χρονιά εκλογών στη Γερμανία, εξ αιτίας του κόστους των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και των άλλων πράσινων πολιτικών αρκούν για να ερμηνεύσουν τη για πολλούς αρνητική θέση της κυβέρνησης Μέρκελ στο όλο ζήτημα, καθώς αυτή τη φορά το Βερολίνο δεν πίεσε για να περάσει η πρόταση....
Η αποτυχία του backloading σε συνδυασμό με τις περικοπές στις τιμές των ΑΠΕ που γίνονται στις περισσότερες χώρες-μέλη, κυρίως στα φωτοβολταϊκά, έχει αρχίσει να δημιουργεί ρωγμές σε βαθμό που να εκφράζονται ανησυχίες μήπως αλλάξει η όλη πολιτική για το κλίμα.
Φθηνά καύσιμα
Λιθάνθρακας και λιγνίτης
Στην Ευρώπη της κρίσης, ο φθηνότερος λιθάνθρακας και ο φθηνός λιγνίτης, παρότι ρυπαίνουν, αρχίζουν να γίνονται πιο ελκυστικά καύσιμα ηλεκτροπαραγωγής από ό,τι το καθαρότερο φυσικό αέριο. Σύμφωνα με το World Resources Institute οι ευρωπαϊκές χώρες σχεδιάζουν 69 μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού με λιθάνθρακα, δυναμικού άνω των 60 γιγαβάτ. Η Γερμανία, που μετά το πυρηνικό δυστύχημα της Φουκοσίμα ανέστειλε το πρόγραμμα ανάπτυξης πυρηνικών μονάδων, βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα αν θα πρέπει να επιστρέψει στον λιθάνθρακα ή να επωμιστεί έξτρα κόστος εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ για να στηρίξει την πράσινη πολιτική στην ενέργεια. Και όλα δείχνουν ότι θα προτιμήσει το πρώτο, χωρίς να αποκλείεται και μία επιστροφή στο πυρηνικό της πρόγραμμα. Ο Επίτροπος Ενέργειας της Ε.Ε. Γκίντερ Ετινγκερ, σε πρόσφατη συνέντευξη στην Wall Street Journal, έθεσε το θέμα των οικονομικών αντοχών της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής πάνω από την «πράσινη» πολιτική. Το ναυάγιο του bacloading ίσως να αποτελεί προμήνυμα ευρύτερων αναθεωρήσεων στην ευρωπαϊκή ενεργειακή σκηνή.\

Πηγη: imerisia.gr

0 σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοσίευση σχολίου